Όλα όσα είχαν εξελιχθεί στην Ελλάδα από τον Ιούλιο του 1965, και είχαν οδηγήσει στην επιβολή της στρατιωτικής Δικτατορίας του 1967, είχαν αλλάξει τη μορφή της πολιτικής ζωής στη χώρα και φυσικά τη ζωή και τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στις οποίες ζούσε ο νεοέλληνας.
Αλλά αν κάποιος νεαρός – με «μαγικό» τρόπο- είχε πέσει σε «βαθύ» ύπνο τότε και ξυπνούσε σήμερα, ηλικιωμένος, θα διαπίστωνε ότι:
– Καραμανλής υπήρχε και τότε, Καραμανλής υπάρχει και σήμερα.
– Παπανδρέου υπήρχε και τότε, Παπανδρέου υπάρχει και σήμερα
– Μητσοτάκης υπήρχε και τότε, Μητσοτάκης υπάρχει και σήμερα.
Μόνο Βασιλευόμενη Δημοκρατία δεν υπάρχει.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις των «Ιουλιανών» δεν είχαν κρατήσει πολύ. Μερικούς μήνες. Η «διάδοχη» κατάσταση κατά τη διάρκεια της οποίας το «καζάνι έβραζε», διήρκεσε περισσότερο από ενάμιση χρόνο. Και οι συνέπειές τους έφεραν την 21η Απριλίου του ’67 , με το «Καθεστώς των Συνταγματαρχών» να μένει «στο κεφάλι μας» με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και στη συνέχεια τον «αόρατο δικτάτορα Ιωαννίδη επτά ολόκληρα χρόνια. Η μνημειώδης Εξέγερση του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος του 1973, έφερε την πτώση του Παπαδόπουλου και την αντικατάστασή του από τον Δημήτριο Ιωαννίδη, ο Ιωαννίδης μας «πήγε» στο πραξικόπημα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 για την ανατροπή του Μακαρίου, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, τα «απομεινάρια» της χούντας μας έβαλαν στην περιπέτεια μιας παροιμιώδους γελοιότητας «επιστράτευσης» και….. η χούντα κατέρρευσε. Οι στρατιωτικοί παρέδωσαν την εξουσία στους πολιτικούς και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε νύχτα στην Ελλάδα από το Παρίσι, ορκίστηκε πρωθυπουργός της χώρας, επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουλίου. Από την ημέρα αυτή αρχίζει η εποχή της «Μεταπολίτευσης».
Αυτός ο Ιούλιος του 1974 ήταν πιο συγκλονιστικός από τον Ιούλιο του 1965. Αλλά το αποτέλεσμα αυτή τη φορά ήταν καλό.
Ιουλιανά 1965
Με τον όρο Αποστασία ή Ιουλιανά αναφέρεται στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας η περίοδος πολιτικής ανωμαλίας που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965 έως την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Μετά την παραίτηση Παπανδρέου σχηματίστηκαν κυβερνήσεις από μέλη της Ενώσεως Κέντρου ( που ονομάστηκαν «αποστάτες») παρά τη σφοδρή αντίθεση του αρχηγού της Γ. Παπανδρέου και της πλειοψηφίας των βουλευτών της. Οι πρωθυπουργοί και υπουργοί αυτών των κυβερνήσεων, καθώς και οι βουλευτές της Ε.Κ. που τελικά στήριξαν αυτές τις κυβερνήσεις χαρακτηρίστηκαν αποστάτες γιατί υπήρχε η εντύπωση σε πολιτικούς, δημοσιογράφους αλλά και ιστορικούς ότι η στήριξη που παρείχαν δεν πήγαζε μόνο από πολιτική ή ιδεολογική συμφωνία, αλλά για αρκετούς ήταν προϊόν χρηματισμού και υποσχέσεων για ανάληψη κυβερνητικών αξιωμάτων.
Η Ένωση Κέντρου είχε νικήσει στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1964 με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην ιστορία των ελληνικών εκλογών (52,72%) και ο Γ. Παπανδρέου είχε σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση με 171 βουλευτές. Αφορμή για την παραίτησή του από την πρωθυπουργία τον Ιούλιο του 1965 υπήρξε η διαμάχη του με τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο για το πρόσωπο του υπουργού Εθνικής Άμυνας και την αλλαγή του αρχηγού ΓΕΣ. Ο Παπανδρέου επιθυμούσε να αντικαταστήσει τον ως τότε υπουργό Πέτρο Γαρουφαλιά και τον αρχηγό ΓΕΣ στρατηγό Γεννηματά, οι οποίοι κατά την άποψή του ελέγχονταν από το παλάτι, με ανθρώπους της εμπιστοσύνης του. Ο ίδιος ο Γαρουφαλιάς είχε την άποψη ότι ο Γ. Παπανδρέου επιθυμούσε, παγίως και με συνεχείς παρεμβάσεις, να κομματικοποιήσει τις Ένοπλες Δύνάμεις και να πλήξει το αξιόμαχό τους, ιδιαίτερα εν όψει της απειλής της Τουρκίας στην Κύπρο. Ο Γ. Παπανδρέου είχε εκδηλώσει την πρόθεση να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Ο βασιλιάς αρνείτο να υπογράψει το σχετικό διάταγμα, προβάλλοντας ως αιτιολογία τη φημολογούμενη εμπλοκή του γιου του (Ανδρέα Παπανδρέου) στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ.
Τελικά ο Γ. Παπανδρέου πρότεινε να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε, είτε επειδή επιθυμούσε να τοποθετηθεί πρόσωπο της δικής του εμπιστοσύνης είτε επειδή ο Γ. Παπανδρέου ήταν πατέρας του Α. Παπανδρέου και συνεπώς θα είχε προφανές διαπλεκόμενο συμφέρον με την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ.
Στο χρονικό διάστημα 8-14 Ιουλίου είχε προηγηθεί ανταλλαγή πέντε οξύτατων επιστολών μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Παπανδρέου. Οι επιστολές του βασιλιά, κατά τον Γεώργιο Παπανδρέου, συνιστούσαν αντισυνταγματική επέμβασή του στη διακυβέρνηση της χώρας. Στις 7 το απόγευμα της 15ης Ιουλίου έγινε στα Ανάκτορα , στην Ηρώδου Αττικού, η τελευταία συνάντηση του Κωνσταντίνου με τον Παπανδρέου. Διήρκεσε μόνο δέκα λεπτά . Όταν ο βασιλιάς αρνήθηκε και πάλι να υπογράψει το διάταγμα περί Γαρουφαλιά, ο Παπανδρέου δήλωσε ότι επρόκειτο να υποβάλλει εγγράφως την παραίτηση της κυβέρνησης την επομένη.
Κατά τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και οι δύο πλευρές επέδειξαν αδικαιολόγητη αδιαλλαξία.
Χωρίς να υπάρχει έγγραφη παραίτηση της κυβέρνησης, ορκίστηκε ο πρώτος «αποστάτης» Πρωθυπουργός, ο τότε πρόεδρος της Βουλής, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, μέλος της Ενώσεως Κέντρου. Η πρώτη κυβέρνηση αποστατών ήταν τριμελής και περιλάμβανε τον βουλευτή και απόστρατο ναύαρχο Ιωάννη Τούμπα, Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, και τον Σταύρο Κωστόπουλο, Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Τις επόμενες μέρες συμπληρώθηκαν και τα υπόλοιπα χαρτοφυλάκια, όλα από βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που «αποστάτησαν».
Στο μεταξύ ο Γ. Παπανδρέου είχε κηρύξει νέο «ανένδοτο αγώνα» κατά της συνταγματικής εκτροπής. Στους δρόμους γίνονταν μεγάλες διαδηλώσεις οργανωμένες από την Ένωση Κέντρου και την αριστερή ΕΔΑ και συγκρούσεις με την αστυνομία. Σε μια τέτοια σύγκρουση σκοτώθηκε ο 25χρονος φοιτητής και στέλεχος της Αριστεράς Σωτήρης Πέτρουλας. Στις πορείες ακούγονταν έντονα αντιβασιλικά συνθήματα με κυρίαρχο το «Δε σε θέλει ο λαός, παρ’ τη μάνα σου και μπρος»,
Μετά από πολλές διαβουλεύσεις του βασιλιά με τους πολιτικούς αρχηγούς ,τελικά ορκίστηκε πρωθυπουργός στις 17 Σεπτεμβρίου 1965 ο Στέφανος Χ. Στεφανόπουλος, έχοντας ήδη εξασφαλίσει τη στήριξη της ΕΡΕ, του Κόμματος των Προοδευτικών του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη και ορισμένων βουλευτών της Ε.Κ. Στην κυβέρνηση μετείχαν οι Τσιριμώκος και Νόβας ως αντιπρόεδροι και ο Μητσοτάκης ως υπουργός Συντονισμού και Οικονομικών.
Τελικά η κυβέρνηση Στεφανόπουλου έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στις 24 Σεπτεμβρίου με 152 ψήφους υπέρ και 148 κατά.