Ντάνι Βέργου, Αφροδίτη Τζιαντζή
Ο Μαράντ από τη Γεωργία θέλησε να γίνει αιμοδότης για χάρη φίλου του που νοσηλευόταν στο ΚΑΤ. Δεν έχει όμως ελληνικό ΑΜΚΑ κι έτσι το νοσοκομείο τον απέρριψε. Με αφορμή το παράδοξο περιστατικό, η «Εφ.Συν.» ερευνά τη νομοθεσία και τις διαδικασίες αξιολόγησης με τη βοήθεια του αιματολόγου και επιστημονικού διευθυντή του ΕΚΕΑ, Κώστα Σταμούλη, που πιστεύει ότι «το σύστημα χρειάζεται αναδιοργάνωση».
Ο Μαράντ είναι 28 χρόνων, γεννήθηκε στη Γεωργία και ζει στην Ελλάδα πάνω από 8 χρόνια. Δεν έχει ελληνικό ΑΜΚΑ, διαθέτει όμως διαβατήριο και μόνιμη διεύθυνση κατοικίας. Πρόσφατα, άτομο του στενού φιλικού του περιβάλλοντος νοσηλεύθηκε στο ΚΑΤ και χρειάστηκε αίμα εν όψει σοβαρού χειρουργείου.
Ο Μαράντ ανταποκρίθηκε άμεσα, όμως η νοσοκομειακή υπηρεσία αιμοδοσίας είχε άλλη γνώμη. «Πριν καν συμπληρώσω τα φυλλάδια που ζητάνε, με ρώτησαν αν έχω ΑΜΚΑ. Όταν τους είπα όχι, μου απάντησαν ότι δεν μπορώ να δώσω αίμα και με έδιωξαν», λέει απογοητευμένος στην «Εφ.Συν.».
Το περιστατικό κατήγγειλε ο ίδιος ύστερα από παρότρυνση του νοσηλευόμενου ατόμου και της Ελληνίδας φίλης του. «Επειδή διαμαρτυρήθηκα έντονα ότι πρόκειται για ρατσιστική διάκριση, μου απάντησαν ότι αυτό ορίζει ο νόμος που είναι σε ισχύ. Όμως υποτίθεται ότι το αίμα ελέγχεται ούτως ή άλλως. Αν δηλαδή ένας τουρίστας θέλει να δώσει αίμα για συγγενή του, θα τον διώξουν και αυτόν;» μας λέει οργισμένη η Αγγελική, φίλη του Μαράντ, που προσπάθησε μάταια να βγάλει άκρη με την ελληνική νομοθεσία.«Υποτίθεται ότι έχουμε τεράστιες ανάγκες από αίμα και εισάγουμε από την Ελβετία. Με ποια κριτήρια απορρίπτουν ανθρώπους που προσέρχονται εθελοντικά να δώσουν αίμα, μόνο και μόνο επειδή δεν έχουν ελληνικό ΑΜΚΑ;» διαμαρτύρεται το νοσηλευόμενο άτομο (τα στοιχεία του στη διάθεση της «Εφ.Συν.») από το οποίο ζητήθηκε να φέρει αιμοδότες προκειμένου να χειρουργηθεί.
Το περιστατικό ξυπνά, έστω αντίστροφα, μνήμες από τις διαβόητες ρατσιστικές «αιμοδοσίες μόνο από Έλληνες για Έλληνες» που διοργάνωνε το ναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής, τις οποίες είχε καταδικάσει, σύσσωμος σχεδόν, ο ιατρικός κόσμος.
Ποιος μπορεί να γίνει εθελοντής αιμοδότης
Μάλιστα το 2015, με αφορμή σχετικές καταγγελίες, το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας είχε διατυπώσει ρητά ότι εθελοντής αιμοδότης μπορεί να γίνει «ο οποιοσδήποτε πληροί τις ιατρικές προϋποθέσεις» και ότι «η διάθεση του αίματος γίνεται αποκλειστικά από τις ενταγμένες Υπηρεσίες Αιμοδοσίας, σύμφωνα με τις ανάγκες για μετάγγιση των ασθενών, χωρίς καμία απολύτως διάκριση σχετικά με το χρώμα, τη φυλή, τη θρησκεία και την εθνική προέλευση».
Τι έχει αλλάξει από τότε; Με βάση ποια νομοθεσία αποκλείονται από αιμοδότες όσοι δεν διαθέτουν ελληνικό ΑΜΚΑ, έχουν όμως άλλα έγγραφα ταυτοποίησης, όπως ταυτότητα, διαβατήριο, μόνιμη κατοικία;
Διατρέξαμε όλες τις ισχύουσες νομοθεσίες που αναφέρονται στην ιστοσελίδα του Eθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ekea.gr), όπως ο Νόμος 3402/2005 περί «Αναδιοργάνωσης του συστήματος αιμοδοσίας», οι ευρωπαϊκές οδηγίες 2005/61 και 2002/98 και το Προεδρικό Διάταγμα 138/2005. Πουθενά δεν αναφέρεται ρητά ως αιτία αποκλεισμού αιμοδότη η έλλειψη ελληνικού ΑΜΚΑ.
Η αξιολόγηση
Ορίζεται βέβαια ότι οι νοσοκομειακές υπηρεσίες αιμοδοσίας «διαθέτουν διαδικασίες αξιολόγησης για τους δότες αίματος και συστατικών του, σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες και τις οδηγίες του ΕΚΕΑ». Στους κανόνες του ΕΚΕΑ, πάλι, πουθενά δεν αναφέρεται ως προϋπόθεση για τον εθελοντή αιμοδότη να έχει ελληνικό ΑΜΚΑ, παρά μόνο αυστηρά ιατρικές προϋποθέσεις.
Αντίστοιχα, στο σχετικό ερωτηματολόγιο που συμπληρώνει ο αιμοδότης υπάρχει το κουτάκι «δεν έχω ελληνικό ΑΜΚΑ», καθώς γίνονται δεκτά και άλλα έγγραφα ταυτοποίησης. Ωστόσο εξακολουθούν να αποκλείονται από αιμοδότες οι ομοφυλόφιλοι και άλλες κοινωνικές ομάδες, με μια σειρά από ρατσιστικά, αναχρονιστικά και μάλλον ανεδαφικά κριτήρια.
Τι ισχύει τελικά;
Απευθυνθήκαμε στον γιατρό αιματολόγο Κώστα Σταμούλη, επιστημονικό διευθυντή του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ). «Συμφωνώ ότι ακούγεται από περίεργο έως ρατσιστικό να πάει κάποιος αλλοδαπός από οποιαδήποτε χώρα να δώσει αίμα για συγγενή ή φίλο του που πρέπει να χειρουργηθεί και να τον απορρίψουν, χωρίς να έχει κατανοήσει τους λόγους. Η ουσία όμως είναι αλλού», μας λέει.
Κατ’ αρχάς, λέει ο Κώστας Σταμούλης, «είναι στρεβλό το γεγονός ότι ένα σύστημα υγείας ζητάει από τους ασθενείς να βρουν αίμα». Οφείλει «να έχει επάρκεια και αν δεν έχει να αναζητήσει άλλους τρόπους να την αποκτήσει». Επιπλέον, «τα υποστελεχωμένα δημόσια νοσοκομεία και τμήματα αιμοδοσίας δεν έχουν να διαθέσουν όσο χρόνο χρειάζεται για να εξηγήσουν στους συγγενείς και φίλους εθελοντές αιμοδότες γιατί τους απορρίπτουν».
«Δικαίωμα στην ασφαλή αιμοδοσία έχει ο ασθενής. Και υποχρέωση της χώρας στην οποία νοσηλεύεται, να του παρέχει τη μέγιστη ασφάλεια. Δεν είναι δικαίωμα του αιμοδότη να δίνει αίμα», αποσαφηνίζει ο επιστημονικός διευθυντής του ΕΚΕΑ. Η ταυτοποίηση του αιμοδότη είναι διά νόμου διαχρονικά υποχρεωτική για λόγους ασφάλειας της μονάδας αίματος.
Η τελευταία ευρωπαϊκή οδηγία για την ανιχνευσιμότητα του αίματος, που ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία, είναι του 2005 (Οδηγία 2005-61-ΕΚ). Διατηρείται μητρώο των αιμοδοτών. Η ιχνηλασιμότητα του αίματος είναι κρίσιμη για να μπορεί να ανατρέξει ο υπεύθυνος εθνικός φορέας στο αίμα, για να ζητήσει περαιτέρω έλεγχο ή να ενημερώσει τον μεταγγιζόμενο και τον αιμοδότη για την όποια παρενέργεια.
Ποιος μπορεί, όμως, να δώσει αίμα;
Κατ’ αρχάς, αίμα μπορούν να δώσουν όσοι διαμένουν στη χώρα μας με τον ΑΜΚΑ τους ή με μόνιμη διεύθυνση. Εάν ο εθελοντής αιμοδότης ταξιδεύει στη χώρα μας από άλλη χώρα μπορεί να δώσει αίμα με το διαβατήριό του ή άλλο επίσημο έγγραφο ταυτοποίησης ή τον ΑΜΚΑ της χώρας στην οποία διαμένει. Αρκεί να πληροί τις προϋποθέσεις, δηλαδή η χώρα ή η περιοχή της χώρας στην οποία διαμένει να μην αποκλείεται από την εθελοντική αιμοδοσία λόγω ασθενειών, όπως ορίζει το «Κίτρινο Βιβλίο» του Αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου Ασθενειών (CDC textbook Health Information for International Travel).
Η ταυτοποίηση
Στην περίπτωση των τουριστών, λέει ο Κ. Σταμούλης, σημαντική είναι και η δυνατότητα εύρεσής τους όχι μόνο μακροχρόνια αλλά και λίγες μέρες μετά την αιμοδοσία. Αν, για παράδειγμα, διέρχεται ένας Γάλλος τουρίστας από την Αθήνα για να πάει στην Ανάφη διακοπές και άρα δεν μπορεί να διασφαλιστεί ότι θα μπορεί να εντοπιστεί τις επόμενες ημέρες αν προκύψει κάτι με τη μονάδα του, αν βρεθεί θετικός, οπότε θα πρέπει να επαναληφθούν οι έλεγχοι, μπορεί να απορριφθεί από την αιμοδοσία.
Μετά την απαραίτητη ταυτοποίηση του αιμοδότη, σειρά έχουν η συνέντευξη και η συμπλήρωση του φυλλαδίου αιμοδοσίας. Το βήμα αυτό, λέει ο Κώστας Σταμούλης, «είναι ουσίας, δεν είναι γραφειοκρατία».
Όλα γίνονται προκειμένου η όλη διαδικασία να είναι ασφαλής
Και εξηγεί: «Όλα γίνονται προκειμένου η όλη διαδικασία να είναι ασφαλής, όχι μόνο για τους μεταγγιζόμενους αλλά και για τους αιμοδότες. Για αυτόν τον λόγο ακολουθούνται πολύ αυστηρές, τεκμηριωμένες διαδικασίες, από την αρχή μέχρι το τέλος. Πρέπει να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι όλοι οι υποψήφιοι αιμοδότες ανέχονται τη σχετικά γρήγορη απώλεια του 10% του συνολικού όγκου αίματός τους χωρίς να παρουσιάσουν κάποιο πρόβλημα, καθώς επίσης και ότι το προσφερόμενο αίμα δεν ενέχει κανέναν κίνδυνο για τους μελλοντικούς αποδέκτες».
Ο γιατρός αιματολόγος δίνει έμφαση στην ευθύνη του αιμοδότη και την υποχρέωσή του να είναι ειλικρινής. «Αν ο γιατρός που παίρνει τη συνέντευξη έχει την παραμικρή υποψία ότι δεν είναι ειλικρινείς οι απαντήσεις, καλύτερα να μη μεταγγίσει το αίμα», προσθέτει. Ενδεικτικά αναφέρει το παράδειγμα αιμοδότη που θεώρησε υπερβολή να απαντήσει με ειλικρίνεια ότι παίρνει συστηματικά ασπιρίνη, με αποτέλεσμα να πραγματοποιήσει μια μετάγγιση «χωρίς νόημα, αφού δεν μπορούσα να φτιάξω αιμοπετάλια με το αίμα, λόγω της λήψης ασπιρίνης».
Ακόμα, αν ο γιατρός αντιλαμβάνεται ότι δεν καταλαβαίνει ο συνεντευξιαζόμενος τις ερωτήσεις που του θέτει και το νόημά τους, ο νόμος προβλέπει ότι μπορεί να τον απορρίψει. Αν δε χρειαστεί μεταφραστή, τότε δεν μπορεί να είναι συγγενής ή φίλος του εθελοντή αιμοδότη. Για παράδειγμα, λέει, αν την ερώτηση «είχατε πολλούς ερωτικούς συντρόφους χωρίς τη συστηματική χρήση προφυλακτικού την τελευταία δεκαετία;» τη μεταφράζει η πολυετής σύντροφος του εθελοντή αιμοδότη, δεν είναι βέβαιο ότι θα εξασφαλιστεί η ειλικρινής απάντηση του τελευταίου.
Η διαδικασία της συνέντευξης μπορεί να είναι υπερβολική, παραδέχεται ο Κ. Σταμούλης και σημειώνει πως «στην Ευρώπη είμαστε περισσότερο ψείρες απ’ ό,τι στις υπόλοιπες ηπείρους. Η επιδημία του AIDS μέσω μετάγγισης τη δεκαετία του ‘80 μάς έκανε έτσι. Η υπερβολή όμως είναι πάντα υπέρ του ασθενούς».
Μα το αίμα δεν ελέγχεται;
Γιατί είναι τόσο σημαντική η διαδικασία αξιολόγησης του αιμοδότη; Το αίμα ελέγχεται για συγκεκριμένα λοιμώδη νοσήματα, απαντάει ο γιατρός-αιματολόγος. «Αυτή τη δυνατότητα έχει μέχρι σήμερα η επιστήμη. Ελέγχεται για πέντε νοσήματα -μεταξύ των οποίων ο ιός HIV, οι ιοί της Ηπατίτιδας B και C, το βακτήριο της σύφιλης-, υπάρχουν άλλα 45 νοσήματα για τα οποία δεν γίνεται έλεγχος».
Ακόμα όμως και για τα πέντε νοσήματα που ελέγχονται, πάντα υπάρχει η «περίοδος παραθύρου» (window period), μας λέει. Γι’ αυτό, επιμένει, και η αξιολόγηση του αιμοδότη και η ειλικρίνειά του είναι πολύ σημαντικές.
Η «περίοδος παραθύρου» είναι το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη στιγμή που ένα άτομο μολυνθεί από έναν ιό μέχρι να είναι δυνατή η ανίχνευση του ιού στο αίμα. Στο διάστημα αυτό, το αίμα ενός μολυσμένου δότη μπορεί να δώσει αρνητικό εργαστηριακό αποτέλεσμα, να ελευθερωθεί για μετάγγιση και κατά συνέπεια να μολύνει τον δέκτη.
Εποχικές ελλείψεις
Το σύστημα αιμοδοσίας στη χώρα μας χρειάζεται αναδιοργάνωση, επιμένει ο Κ. Σταμούλης. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουν γίνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, όμως χρειάζεται συνέχεια και φυσικά στήριξη από τη νέα κυβέρνηση. Αυτό θα συνδεθεί και με αυτάρκεια αίματος, καθώς η χώρα μας γενικά συλλέγει πολύ αίμα συγκρινόμενη με τις χώρες της Ευρώπης, πολύ αίμα ανά πληθυσμό, αλλά παρ’ όλα αυτά εποχικά και τοπικά έχουμε ελλείψεις.
Τα συστήματα αιμοδοσίας στις περισσότερες χώρες του κόσμου βασίζονται σε μη αμειβόμενους εθελοντές αιμοδότες, λέει ο Κ. Σταμούλης. Στη χώρα μας, ωστόσο, έχουμε κυρίως αιμοδότες από το συγγενικό περιβάλλον. «Ενα τέτοιο σύστημα που έχει κίνητρο πότε θα χρειαστεί ο δικός μας άνθρωπος αίμα έχει αποτέλεσμα να συλλέγουμε διπλάσιο αίμα από ό,τι οι Ελβετοί με ανάλογο πληθυσμό, αλλά παρ’ όλα αυτά να εισάγουμε και 20.000 μονάδες αίματος κάθε χρόνο από την Ελβετία».
Τα νούμερα ευημερούν, αλλά δεν καλύπτουν τις ανάγκες αφού οι εισροές δεν είναι σταθερές, σημειώνει ο επιστήμονας.
Ετσι, «μπορεί τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο να έχω χιλιάδες μονάδες αίματος, περισσότερες από όσες χρειάζομαι, τον Δεκέμβριο όμως να μην έχω καθόλου γιατί λόγω γιορτών δεν προγραμματίζονται χειρουργεία. Ή μπορεί να κάνουμε σήμερα μια καταπληκτική εκστρατεία αιμοδοσίας και να μαζέψουμε 7 εκατ. μονάδες αίματος, όσος και ο ενήλικος πληθυσμός της χώρας. Σε 35 μέρες όμως αίμα δεν θα έχω γιατί λήγει», λέει.
Και οι ασθενείς με μεσογειακή αναιμία, για παράδειγμα, που χρειάζεται να μεταγγίζονται σε σταθερή βάση, τι θα γίνουν; «Γι’ αυτό θα εισαγάγουμε».
Πηγή: www.efsyn.gr