*του Γιώργου Σταμάτη – Γενικού Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης & Καταπολέμησης της Φτώχειας
Το δικαίωμα για καθολική παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης και απρόσκοπτης πρόσβασης στη γνώση συνιστά θεμελιώδη και αδιαπραγμάτευτη αξία κάθε σύγχρονης Δημοκρατίας και ουσιώδες δομικό συστατικό ενός κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Υπάρχουν όμως ορισμένες ομάδες πολιτών, που χρειάζονται ειδικές προσαρμογές, προκειμένου να έχουν πρόσβαση στο γραπτό λόγο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα άτομα με οπτική αναπηρία, που λόγω της πρότερης αδυναμίας του εκπαιδευτικού συστήματος να εντάξει στους κόλπους του τους τυφλούς μαθητές, έμεναν μέχρι και τις αρχές του 19 αιώνα με στοιχειώδεις μόνο εκπαιδευτικές γνώσεις και δεξιότητες.
Η κατάσταση άλλαξε ριζικά όταν το 1836 ο εκπαιδευτικός Louis Braille ύστερα από μια πενταετία επίπονων προσπαθειών τελειοποίησε την εφεύρεση ενός συστήματος γραφής και ανάγνωσης για τυφλούς, που στη συνέχεια ονομάστηκε “κώδικας γραφής Braille” και χρησιμοποιείτε παγκοσμίως μέχρι και σήμερα.
Ο Louis Braille γεννήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1809 λίγο έξω από το Παρίσι, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας στη Lisle. Έχασε ολοκληρωτικά την όραση του στα πέντε του χρόνια, ύστερα από ατύχημα με αιχμηρό αντικείμενο στο εργαστήρι του πατέρα του, Simon-René Braille,, καθώς τον βοηθούσε στην κατασκευή εξαρτημάτων ίππευσης. Όταν έγινε δέκα χρόνων, οι γονείς του τον έστειλαν στο Βασιλικό Ινστιτούτο Τυφλών (L’Institut Royal des Jeunes Aveugles) στο Παρίσι, που ήταν ένα από τα πρώτα σχολεία για τυφλά παιδιά στον κόσμο.
Μολονότι στο Ινστιτούτο του είχε δοθεί η ευκαιρία να διευρύνει τους γνωστικούς του ορίζοντες σε σημαντικό βαθμό, εντούτοις οι συνθήκες διαβίωσης δεν ήταν καλές, διότι οι μαθητές εκπαιδεύονταν σ’ ένα περιβάλλον υπερβολικής αυστηρότητας, ενώ υπήρχαν και περιπτώσεις εκμετάλλευσης.
Ωστόσο ο Braille παρέμεινε στο Ινστιτούτο και γρήγορα ξεχώρισε για το ταλέντο του στο εκκλησιαστικό όργανο και το βιολοντσέλο. Οι μαθητές διδάσκονταν ανάγνωση με μια μέθοδο που είχε επινοήσει ο ιδρυτής του σχολείου Valentin Haüy. Το σύστημα αυτό είχε δύο σημαντικά μειονεκτήματα. Αφενός ήταν δύσχρηστο διότι τα ανάγλυφα γράμματα που ήταν πιστή απεικόνιση του τυπικού αλφάβητου καταλάμβαναν πολύ χώρο στο χαρτί και αφετέρου η αποτελεσματικότητα του ήταν περιορισμένη αφού δεν υπήρχε δυνατότητα γραφής, παρά μόνο ανάγνωσης.
Το 1821 επισκέφθηκε το σχολείο ένας πρώην αξιωματικός του γαλλικού στρατού, ο Charles Barbier, ο οποίος παρουσίασε τον κώδικα νυχτερινής επικοινωνίας που είχε επινοήσει. Ο κρυπτογραφικός κώδικας “night writing” που δημιουργήθηκε ύστερα από απαίτηση του Ναπολέοντα, αποτελείτο από δώδεκα ανάγλυφα σημεία και επέτρεπε στους στρατιώτες να ανταλλάσουν άκρως απόρρητες πληροφορίες με απόλυτη μυστικότητα. Του πήρε πέντε ολόκληρα χρόνια και δουλεύοντας πάνω σε αυτόν τον κώδικα, κατάφερε να δημιουργήσει ένα απλό σύστημα γραφής και ανάγνωσης για τους τυφλούς, αποτελούμενο από έξη ανάγλυφες κουκίδες από τις οποίες μπορούν να προκύψουν 63 συνδυασμοί, για την αναπαράσταση των γραμμάτων, των σημείων στίξης, των αριθμών και των μουσικών συμβόλων. Διαβάζεται από αριστερά προς τα δεξιά και από πάνω προς τα κάτω.
Η εφεύρεση ολοκληρώθηκε όταν ο Braille και ο φίλος του Pierre Foucault κατασκεύασαν μια ειδική γραφομηχανή, με την οποία οι τυφλοί θα μπορούσαν να γράφουν σε αυτό το σύστημα. Δυστυχώς όμως η μεγαλειώδης αυτή επιστημονική και κοινωνική προσφορά, που έμελε στη συνέχεια να αλλάξει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων άργησε πολύ να εκτιμηθεί από το γαλλικό κράτος, αφού το σύστημα αναγνωρίστηκε επίσημα το 1852, λίγο πριν από το θάνατο του Braille από φυματίωση. Ο κώδικας γραφής Braille απέκτησε παγκόσμια εμβέλεια το 1868, όταν ο Thomas Rhodes Armitage και μια ομάδα αποτελούμενη από τέσσερις τυφλούς άνδρες και μια γυναίκα ίδρυσαν το «the British and Foreign Society for Improving the Embossed Literature of the Blind» (το οποίο αργότερα ονομάστηκε Royal National Institute of the Blind RNIB) και δημοσίευσαν βιβλία στη γραφή Braille.
Έναν αιώνα αργότερα, το 1950, ο κώδικας Braille υιοθετήθηκε από την UNESCO ως το παγκόσμιο σύστημα ανάγνωσης και γραφής για τους τυφλούς. Το σύστημα που ισχύει σήμερα στη χώρα μας προσαρμόστηκε από το γαλλικό πρότυπο για τις ανάγκες των Ελλήνων τυφλών στη Λειψία της Γερμανίας, από Έλληνες και ξένους επιστήμονες το 1948. Ο κώδικας Braille αναγνωρίστηκε από την ελληνική πολιτεία ως ο επίσημος τρόπος γραφής των ατόμων με οπτική αναπηρία με τον ν.4488/2017 (ΦΕΚ 137Α), ενώ η υποχρεωτική εκπαίδευση για τους τυφλούς είχε κατοχυρωθεί νομοθετικά μόλις εννέα χρόνια νωρίτερα, με το ν.3699/2008 (ΦΕΚ 199Α).
Η προσφορά του Braille υπήρξε ένα ανεκτίμητο δώρο προς την ανθρωπότητα, διότι για τα άτομα με προβλήματα όρασης άνοιξε ο δρόμος για τη μόρφωση, την πρόσβαση στη γνώση, την πνευματική καλλιέργεια και τη συνακόλουθη επαγγελματική τους ένταξη, αποτελώντας έτσι ενεργό τμήμα του κοινωνικού ιστού.
Το ποιοτικό άλμα είχε ήδη συντελεστεί. Απέμεναν ακόμη να διανυθούν μερικά μέτρα για την ισότιμη ενσωμάτωση σ’ ένα εκπαιδευτικό, επαγγελματικό και κοινωνικό περιβάλλον, που ο γραπτός λόγος διαδραματίζει πλέον κυρίαρχο ρόλο στην επικοινωνία και στην κάθε είδους αλληλεπίδραση.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 90, τα άτομα με οπτική αναπηρία μπορούσαν να διαβάζουν μόνο τα τυπωμένα βιβλία στη γραφή Braille και να επικοινωνούν γραπτά μόνο με όσους γνώριζαν αυτό το σύστημα. Στη συνέχεια η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας που επηρέασε καταλυτικά όλους μας ήταν μια πραγματική επανάσταση για τους ανθρώπους με πρόβλημα όρασης.
Με τη χρήση των υποστηρικτικών τεχνολογιών, των προγραμμάτων ανάγνωσης οθόνης (screen readers) και των προγραμμάτων μεγέθυνσης (magnifiers), μπορούν πλέον οι συμπολίτες μας με αναπηρία όρασης να χρησιμοποιούν με απόλυτη αυτονομία τον ΗΥ, να έχουν ίση πρόσβαση σε κάθε είδους πληροφορία με το γενικό πληθυσμό και να ενσωματώνονται ισότιμα στην εκπαίδευση, την αγορά εργασίας και σε κάθε δραστηριότητα που έχει ως βασικό προαπαιτούμενο τη γραπτή επικοινωνία.
Συνεπώς υπάρχουν τα μέσα, τα εργαλεία, ο τρόπος για την αποτελεσματική συμμετοχή των τυφλών και με μειωμένη όραση ατόμων στην ψηφιακή δημόσια σφαίρα. Αυτό που οφείλουμε να κάνουμε ως πολιτεία, ως κοινωνία, ως επιχειρήσεις σχεδιασμού και παραγωγής καταναλωτικών αγαθών, είναι η εξασφάλιση της καθολικής προσβασιμότητας, στην οποία θα εντάσσεται και η διάσταση της αναπηρίας. Ένας από τους πρώτους επιχειρηματίες διεθνούς απήχησης που επένδυσε στην πολιτική σχεδιασμού και κατασκευής όλων των προϊόντων της εταιρείας του στη βάση της αρχής του καθολικού σχεδιασμού και της πλήρους προσβασιμότητας ήταν ο Steve Jobs. Όλα τα τεχνολογικά προϊόντα που παράγονται και πωλούνται από την εταιρεία του έχουν σχεδιαστεί εξαρχής για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες όλων των χρηστών χωρίς ειδικές τροποποιήσεις και προσαρμογές.
Ωστόσο παρά την αλματώδη ψηφιακή εξέλιξη, ο κώδικας γραφής Braille παραμένει πάντα η σταθερή βάση για την ανεμπόδιστη πρόσβαση των τυφλών ατόμων στη γνώση, την επιστήμη, την τέχνη, την πληροφορία εν γένει.
Γι’ αυτό το Νοέμβριο του 2018 υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών Ψήφισμα, με το οποίο καθιερώθηκε η 4η Ιανουαρίου ως παγκόσμια ημέρα Braille, σαν έναν φόρο τιμής της ανθρωπότητας στον άνθρωπο που άφησε τόσο ισχυρό αποτύπωμα επηρεάζοντας όλες τις γενιές των τυφλών παγκοσμίως.
[…] Ο Louis Braille & o κώδικας γραφής Μπράιγ […]