Ο Κώστας Λασκαράτος καθιστός σε λευκό τραπεζάκι σε κίτρινο φόντο. Φοράει μπλε κουστούμι και μπλε γραβάτα. Πίσω του υπάρχει επίσης μια σκάλα και ένα σκαμπό.

Συνέντευξη Κώστας Λασκαράτος

Ο γνωστός δημοσιογράφος μέσα από το νέο του βιβλίο εξετάζει τον νέο ρόλο των πολιτιστικών φορέων στα χρόνιο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης

Από την Έρη Βαρδάκη

“Είναι το Met Gala λιγότερο επιδραστικό από ένα viral video στο TikTok;”

“Εάν αποκαλείς influencer την Κιάρα Φεράνι, τότε πώς θα χαρακτήριζες τη Μόνα Λίζα;”

Στο νέο του βιβλίο με τον προβοκατόρικο τίτλο “Μουσεία Influencers”(εκδ. I. Σιδέρης)  ο γνωστός δημοσιογράφος Κώστας Λασκαράτος, αριστούχος διδάκτωρ του Παντείου, με βασικές σπουδές στην Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο ΕΚΠΑ και μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων, θέτει ερωτήματα και αναλύει τελικά τον κοινωνικό αντίκτυπο των μουσείων στην ψηφιακή μας εποχή και την επιδραστικότητά τους σε κρίσιμα ζητήματα, από τον ρατσισμό, τον σεξισμό και τη θέση της γυναίκας μέχρι τη συμπερίληψη ΛΟΑΤΚΙ+ και ΑμεΑ την κλιματική αλλαγή, την εκπαίδευση και τον τουρισμό. Όπως σημειώνει και ο ίδιος, πρόκειται για «ένα βιβλίο για τα μουσεία που αλλάζουν τον κόσμο μέσα από τη δική τους διαρκή αλλαγή».

Ένας θεσμός αιώνων, όπως το μουσείο, δεν αλλοιώνεται,

αλλά εξελίσσεται και ενδυναμώνεται, μετατρεπόμενος σε influencer

Ποιο ήταν το έναυσμα για τη συγγραφή του βιβλίου «Μουσεία Influencer» δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου σας « Πολιτισμός και εξωστρέφεια;

«Ο πολιτισμός αποτελεί κομμάτι της καθημερινότητας μου. Τα τελευταία χρόνια – ως διδάκτωρ του Παντείου- με απασχολεί το κομμάτι της κοινωνιολογίας του πολιτισμού. Η επιδραστικότητα των πολιτιστικών φορέων στη ζωή μας, το αποτύπωμά τους στον τρόπο σκέψης μας και τελικά στις επιλογές μας ήταν κάτι που ήθελα να το ψάξω περισσότερο»

το εξώφυλλο του βιβλίου "μουσεία influencers". Σκίτσο της Μόνα Λίζα που φοράει γυαλιά με κόκκινο σκελετό. Το φόντο του βιβλίου είναι κίτρινο με νερά.

Σε ποιον βαθμό θεωρείτε λοιπόν ότι σήμερα τα μουσεία μπορούν να παίξουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης;

Πιστεύω πως ένα μουσείο μπορεί να λειάνει ι τις γωνίες των κοινοτήτων όπου εδρεύει, να εκριζώσει παρωχημένες αντιλήψεις να εισηγηθεί νέα πρότυπα και να συμβάλει στην ενσωμάτωση κάθε ατόμου στο σύνολο των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Με τον τίτλο του βιβλίου «Μουσεία Influencer» ήθελα να επισημάνω όμως και κάτι ακόμη. Πως η “ιερότητα” ενός μουσείου δεν σημαίνει στασιμότητα. Ένας θεσμός αιώνων, όπως το μουσείο, δεν αλλοιώνεται, αλλά εξελίσσεται και ενδυναμώνεται, μετατρεπόμενος σε influencer».

Θεωρείτε λοιπόν ότι τις τελευταίες δεκαετίες τα μουσεία αλλάζουν στον τρόπο με τον οποίο τοποθετούνται απέναντι στο κοινό;

«Απολύτως. Ωστόσο, υπάρχουν δύο ταχύτητες. Άλλα μέσα έχουν τα μεγάλα, κεντρικά, ιστορικά, υψηλής επισκεψιμότητας ιδρύματα και άλλα μέσα διαθέτουν τα μικρά, περιφερειακά μουσεία. Το βιβλίο φιλοδοξώ να λειτουργήσει ως αφορμή διαλόγου, ως βάση περαιτέρω αναζήτησης πάνω στη χρησηιμότημα του πολιτισμού ως εργαλείου ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής και ως πεδίου διαμόρφωσης και κοινωνικής συνείδησης».

Ουσιαστικά, το βιβλίο εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο τα μουσεία μπορούν να  αποδειχθούν πραγματικοί «influencer» σε μια σειρά καυτών θεμάτων, όπως για παράδειγμα ο ρατσισμός, η συμπερίληψη, ο σεξισμός. Ποια κρίνετε εσείς προσωπικά μέχρι στιγμής την πιο επιδραστική πρωτοβουλία μουσείου σε σχέση με τις τρεις αυτές θεματικές.

«Το ΜοΜΑ της Νέας Υόρκης προέβη σε μια υψηλού συμβολισμού κίνηση στις αρχές του 2017. Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε εκδώσει εκτελεστικό διάταγμα απαγορεύοντας  την είσοδο στις ΗΠΑ ταξιδιωτών από επτά κράτη με κυρίαρχο μουσουλμανικό στοιχείο. Για να δείξει την αντίδρασή του το μουσείο “αποκαθήλωσε”  έργα καλλιτεχνών όπως ο Πάμπλο Πικάσο και ο Ανρί Ματίς και τη θέση τους πήραν έργα καλλιτεχνών από τις “αποκλεισμένες χώρες” . Δίπλα σε καθένα από αυτά τα έργα από το Σουδάν, το Ιράν και το Ιράκ μια επιγραφή ανέφερε: “Αυτό το έργο ανήκει σε έναν καλλιτέχνη από ένα έθνος του οποίου οι πολίτες απαγορεύεται να εισέλθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με προεδρικό εκτελεστικό διάταγμα που εκδόθηκε στις 27 Ιανουάριου 2017. Αυτό είναι ένα από πολλά τέτοιου είδους έργα τέχνης από τη συλλογή του Μουσείου που έχουν εγκατασταθεί σε όλες τις γκαλερί του πέμπτου ορόφου ου για να επιβεβαιώσουν τα ιδανικά του καλωσορίσματος και της ελευθερίας που είναι ζωικής σημασίας τόσο για αυτό το Μουσείο όσο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες”».

«Τα μουσεία δεν είναι γνωστά ως προπύργια της διαφορετικότητας. Ιστορικά έχουν σχεδιαστεί από λίγους για λίγους η σημειώνεται σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικά «Curator the Musuem Journals». Είναι μια άποψη που την ασπάζεστε;

«Είναι ξεκάθαρο πως μουσεία κάθε είδους δημιουργήθηκαν μέσα στους αιώνες, κυρίως από ανθρώπους που είχαν εξουσία. Το δικό τους αφήγημα και η δική τους αισθητική κυριάρχησαν. Τα αντικείμενα που εκείνοι αξιολόγησαν ως σημαντικά φιλοξενήθηκαν στις πρώιμες συλλογές. Τα ίδια τα μουσεία έχουν παραδεχτεί εμπράκτως το πρόβλημα. Το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει, για πρώτη φορά το 2020,  θέση “Διευθυντή γραφείου διαφορετικότητας”, με βασικές αρμοδιότητες τον σεβασμό στη διαφορετικότητα τη διασφάλιση της συμπερίληψης, την ίση πρόσβαση στις συλλογές και την προσήλωση στις δεσμεύσεις του μουσείου για τι καταπολέμηση του ρατσισμού».

Εάν είστε γυναίκα, η καλύτερη ευκαιρία να γίνετε άγαλμα είναι να είστε μια μυθική ή αλληγορική φιγούρα, μια διάσημη παρθένα βασιλική ή γυμνή» σημειώνει σκωπτικά η δημοσιογράφος και συγγραφέας Καρολάιν Κριάδο-Πέρες. Θεωρείται ότι τα μουσεία είναι τελικά τελικά καθρέφτες της έμφυλης ανισότητας;

«Οπωσδήποτε, επί σειρά γενεών, τα μουσεία παρουσίαζαν τη γυναίκα και τους ρόλους της στην κοινωνία μέσα από τη ματιά ανδρών καλλιτεχνών. Το πρόβλημα χάνεται στα βάθη των αιώνων. Όταν αναφερόμαστε στα σπουδαία γλυπτά της κλασικής αρχαιότητας, μιλάμε για έργα του Φειδία, του Πραξπέλη ή του Μύρωνα. Στην Αναγέννηση, συναντάμε τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Ντα βίντσι, τον Μποτπσέλι. Τον 19ο και 20ο αιώνα διακρίνουμε τον Ρενουάρ, τον Πικάσο, τον Νταλί, τον Μουνκ και τον Ματίς . Η γυναίκα υποεκπροσωπείται και άρα δεν τίθεται μόνο ζήτημα ποσόστωσης αλλά ένα ουσιαστικότερο  ζήτημα που έχει να κάνει με το αν όλοι οι άνθρωποι μπορούν να “δουν τον εαυτό τους μέσα σε μια αίθουσα ενός μουσείου».

Στο βιβλίο παρουσιάζεται και μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα που καταδεικνύει ότι «έξι στους δέκα νέους Έλληνες θεωρούν τα μουσεία influencers. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι-η οικονομική κατάσταση των ερωτηθέντων μοιάζει να σχετίζεται άμεσα με τη γνώμη που διατυπώνουν για την επιδραστικότητα των μουσείων, καθώς η έρευνα δείχνει ότι όσο καλύτερη οικονομική κατάσταση έχει κάποιος τόσο επιδραστικότερο τείνει να θεωρεί τον θεσμό του μουσείου. Πώς το σχολιάζετε;

Η οικονομική δυνατότητα δίνει ι περισσότερες ευκαιρίες για αποδράσεις. Άρα και περισσότερες ρες ευκαιρίες για μουσειακές  εμπειρίες, ίσως αυτή η τακτικότερη επαφή με τα μουσεία να “ευθύνεται” σε έναν βαθμό για τις απαντήσεις του κόσμιου».

Τελικά, πιστεύετε ότι π Μόνα Λίζα είναι πιο επιδραστική από  Κιάρα Φεράνι;

«Η Μόνα “γεννήθηκε” στις αρχές του 1500. Η Κιάρα Φεράνι το 1987.  Για την πρώτη παίρνουμε το αεροπλάνο για να φτάσουμε στο Παρίσι και “κόβουμε” εισιτήριο για να τη δούμε στο Λούβρο. Για δεύτερη αρκεί μια σύνδεση στο διαδίκτυο. Πράγματι, κάνω μια “σύγκριση” στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Ομολογώ, όμως, πως αυτή η σύγκριση δεν είναι δίκαιη…».

Η Κιάρρα Φεράνι. Φοράει μαύρο ζιβάγκο έχει ξανθό μαλλό και στον τοίχο πίσω της υπάρχουν εξώφυλλα της vogue.
Chiara Ferragni

Πηγή: Έντυπο “ΒΗΜΑGAZINO”

Σχετικά με τον συντάκτη

Η μοναδική, πλήρως προσβάσιμη για κάθε χρήστη, διαδραστική, κοινωνική πύλη ενημέρωσης στην Ελλάδα!

Αφήστε σχόλιο

ΧΟΡΗΓΟΙ

Επιστροφή στην κορυφή