Κατάθλιψη: Αποτέλεσμα ή αιτία του εκφοβισμού;
Αρκετές είναι οι έρευνες που εντάσσουν την καταθλιπτική συμπτωματολογία και τον αυτοκτονικό ιδεασμό στις συνέπειες του mobbing, όπου βασικό τους εύρημα αφορά στο ότι παρουσιάζονται ψυχιατρικές δυσκολίες ως συνέπειες του bullying σε άτομα χωρίς προηγούμενο ψυχιατρικό ιστορικό και τονίζεται η ύπαρξη νευρωτισμού με αποτέλεσμα αυξημένη ευαισθησία στην αντιμετώπιση διαφόρων γεγονότων.
Από την άλλη πλευρά όμως γεννάται το ερώτημα μήπως τα χαρακτηριστικά ατόμων που αντιμετωπίζουν κάποια ψυχική διαταραχή ή παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαλωτότητα στα στρεσογόνα γεγονότα έχουν περισσότερες πιθανότητες να πέσουν θύματα παρενόχλησης. Οι Kivimaki et al. δίνουν την εκδοχή ότι εργαζόμενοι που πάσχουν από κάποια ψυχιατρική νόσο που περιορίζει τη λειτουργικότητα τους, είναι πιο πιθανοί στόχοι εκφοβισμού, αλλά και ότι κάποιες φορές η καχυποψία μπορεί να είναι αποτέλεσμα κάποιας διαταραχής και ο πάσχων να βλέπει τη συμπεριφορά των άλλων ως εχθρική. Με αυτή την οπτική η κατάθλιψη είναι σαν να αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για τον εργασιακό εκφοβισμό.
Την παραπάνω άποψη ενισχύει και ο Lewis (2005), ο οποίος υποστηρίζει ότι το άγχος, η κατάθλιψη ή η μετατραυματική διαταραχή στρες πέρα από συνέπειες του εργασιακού εκφοβισμού, μπορεί να είναι και οι αιτίες, λόγω και της ύπαρξης του στίγματος απέναντι στις ψυχικές ασθένειες. Βέβαια όσον αφορά τη μετατραυματική διαταραχή στρες οι απόψεις του Lewis (2005) έρχονται σε αντίθεση με αυτές του Leymann (1996), ο οποίος υποστηρίζει πως οι ψυχολογικές συνέπειες του mobbing μπορεί όχι μόνο να οδηγήσουν σε διαταραχή μετατραυματικού στρες, αλλά να είναι και απολύτως συγκρίσιμες με συμπτώματα μετατραυματικής διαταραχής που παρουσίαζαν άτομα μετά από πόλεμο ή από εγκλεισμό σε φυλακή.
Επίσης, σε έρευνες που έχει χρησιμοποιηθεί το MMPI-2 φαίνεται ότι στα θύματα παρουσιάζονται υψηλότερα σκορ στις κλίμακες που αφορούν στη λεγόμενη «νευρωτική τριάδα», δηλαδή της Υποχονδρίασης, της Κατάθλιψης και της Υστερίας. Τα θύματα εμφάνιζαν μεγαλύτερα ποσοστά άγχους, νευρωτισμού και ήταν λιγότερο εξωστρεφή και χαρούμενα από ότι οι άλλοι εργαζόμενοι. Όμως τα ευρήματα της ίδιας έρευνας δείχνουν πως σε κάποιες περιπτώσεις τα θύματα ήταν περισσότερο συναισθηματικά ασταθή και λιγότερο ευχαριστημένα πριν από τα περιστατικά παρενόχλησης. Η συναισθηματική αστάθεια μπορεί να συσχετιστεί με αυτό που υποστηρίζουν εν συνεχεία οι συγγραφείς, ότι δηλαδή το άγχος οδηγεί σε έλλειψη αυτοπεποίθησης, μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες και το άτομο είναι πιο ευάλωτο σε τέτοιου είδους φαινόμενα.
Έρευνα των Gonzalez-de-Rivera & Rodriguez-Abuin, έδειξε ότι ναι μεν το bullying μπορεί να συμβάλλει στην εμφάνιση σοβαρής ψυχοπαθολογίας και κυρίως όσον αφορά στο άγχος και στην κατάθλιψη, όμως τίθεται ένα ερωτηματικό για το κατά πόσο αυτό ισχύει απόλυτα ως συμπέρασμα, καθώς η υψηλή βαθμολογία στις κλίμακες παράνοιας και εχθρικότητας ίσως δείχνουν μία ήδη υπάρχουσα τάση των ατόμων να αντιδρούν με υπερβολικό τρόπο στα περιβαλλοντικά ερεθίσματα και πέρα από αυτό η υψηλή ευαισθησία του ψυχομετρικού εργαλείου στην αύξηση της κλίμακας της παράνοιας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να υπερτονίζονται συναισθήματα που δεν ανταποκρίνονται απόλυτα στην πραγματικότητα.
Επίσης, τα θύματα είναι πιθανόν να απασχολούνται τόσο με αυτό που τους συμβαίνει που δυσκολεύονται να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Μία ενδιαφέρουσα έρευνα έγινε από τους Tracy, Lutgen-Sandvik & Alberts και είχε ως θέμα το πώς χρησιμοποιώντας τον μεταφορικό λόγο οι εργαζόμενοι- θύματα του bullying περιέγραφαν αυτό που βίωναν. Τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν ότι έβλεπαν αυτό που τους συνέβαινε ως ένα παιχνίδι απειλητικό και επικίνδυνο όπου ο θύτης βάζει όλους τους κανόνες ή το έβλεπαν σαν πόλεμο. Άλλοι πάλι το έβλεπαν ως έναν ανεξέλεγκτο εφιάλτη όπου συμβαίνουν πράγματα, τα οποία εν συνεχεία ο θύτης αρνείται. Για παράδειγμα, εξαφανίζονται πράγματα από το χώρο του θύματος ή το θύμα αποτελεί το εξιλαστήριο θύμα και δέχεται το θυμό και τις προσβολές του θύτη. Μάλιστα αναφέρουν ότι το φαινόμενο ξεκινάει τόσο αργά που είναι δύσκολο να το αντιληφθείς. Σχετικά με το πώς έβλεπαν τον εαυτό τους μέσα στα περιστατικά εκφοβισμού, οι απαντήσεις τους ήταν ως σκλάβους, ζώα ή φυλακισμένους, απαντήσεις δηλαδή που υποδηλώνουν το αίσθημα αδιεξόδου και αναφέρουν ότι αισθάνονται αποκομμένοι από τη δουλειά τους, αλλά και από τη ζωή. Αυτό τους κάνει να αισθάνονται μόνοι και άδειοι. Κάποιοι άλλοι αναφέρουν ότι βλέπανε τον εαυτό τους σαν παιδιά από κακοποιητική οικογένεια. Είχαν αισθήματα κατάθλιψης, λύπης, θυμού. Είναι εντυπωσιακό στην έρευνα το πώς χρησιμοποιείται ο μεταφορικός λόγος για να περιγραφούν δυσβάσταχτα συναισθήματα, αλλά και πως οι απαντήσεις τους δείχνουν τη διάρκεια, την ένταση των συνεπειών και ότι καλύπτει όλη την καθημερινότητα του ατόμου.
Είναι εύκολο δε το να υποθέσει κανείς ότι τις συνέπειες και ιδίως την καταθλιπτική συμπτωματολογία ενισχύει και η αντιμετώπιση των συναδέλφων. Σε χώρους εργασίας που υφίστανται φαινόμενα ηθικής παρενόχλησης συνάδελφοι έχουν την τάση να απομακρύνονται από το θύμα και οι αντιδράσεις τους είναι ανάλογες με αυτές που θα είχαν αν το θύμα είχε πεθάνει. Άλλωστε αρκετές φορές και το ίδιο το θύμα αισθάνεται πεθαμένο ή επιθυμεί να πεθάνει, αισθάνεται αόρατο και εγκαταλειμμένο.
Οι υψηλές ψυχολογικές απαιτήσεις, η μειωμένη αίσθηση ελέγχου στο χώρο εργασίας, η μειωμένη κοινωνική υποστήριξη και η ανισορροπία μεταξύ προσπάθειας και ανταμοιβής φαίνεται ότι συνθέτουν το έδαφος για την εμφάνιση καταθλιπτικής συμπτωματολογίας.
Στην Ελλάδα οι έρευνες και η βιβλιογραφία που υπάρχει για την εργασιακή βία και τον εκφοβισμό δεν είναι ιδιαιτέρως εκτενείς, όμως αυτό δε συνεπάγεται ότι στην ελληνική πραγματικότητα δεν υπάρχει το συγκεκριμένο φαινόμενο. Αντιθέτως, η εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα δεν έχει μεγάλη διαφορά από αυτή των άλλων χωρών.
Ιδιαίτερα σε μία περίοδο όπως αυτή που διανύουμε τώρα με την εργασιακή ανασφάλεια, την ανεργία, την ελαστικότητα της εργασίας και τα μειωμένα ωράρια κάνουν την παρουσία του εργασιακού εκφοβισμού ιδιαίτερα αισθητή σε μεγάλο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων. Θα λέγαμε μάλιστα, πιο αισθητή από ποτέ.
Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε η μείωση των μισθών, η στέρηση χρημάτων για περαιτέρω εκπαίδευση είναι και αυτές μορφές έμμεσης παρενόχλησης. Οι εργοδότες για μία θέση εργασίας έχουν πλέον τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε εκατοντάδες υποψηφίους, ενώ αντίθετα ο εργαζόμενος καλείται πολλές φορές να συμβιβαστεί με θέσεις εργασίας, συνθήκες και αμοιβές που δεν αντιστοιχούν στα προσόντα του και στην προσπάθεια που έχει κάνει να αποκτήσει ένα καλό βιογραφικό, μόνο και μόνο επειδή γνωρίζει (όπως το γνωρίζει καλά και ο εργοδότης) πως ανά πάσα στιγμή θα βρεθεί ο αντικαταστάτης του.
Βέβαια αυτό δεν είναι πάντα εύκολο και εφικτό με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της France- Telecom όπου οι υποχρεωτικές μετακινήσεις χιλιάδων εργαζομένων προς άλλους χώρους και προς άλλες θέσεις εργασίας, ο επαγγελματικός επαναπροσανατολισμός των εργαζομένων, η εισαγωγή μιας πελατοκεντρικής λογικής, το μάνατζμεντ μέσω του στρες κα είχαν ως αποτέλεσμα να υπάρξουν 60 αυτοκτονίες από το 2008 έως το 2011 (Καρακιουλάφη).
Η εργασιακή παρενόχληση φαίνεται ότι επηρεάζει τον εργαζόμενο ψυχολογικά και οργανικά, ενώ σοβαρά περιστατικά εκφοβισμού μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε περιπτώσεις αυτοκτονίας. Οι Einarsen Raknes & Matthiesen (1994) σε έρευνα τους υποστηρίζουν πως ένα 40 % των θυμάτων του mobbing είχαν σκέψεις αυτοκτονίας, ενώ έρευνα του Leymann υποστηρίζει ότι τα θύματα του εκφοβισμού έχουν αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας λόγω της διαρκούς ανησυχίας στην οποία βρίσκονται. Μια πιο πρόσφατη έρευνα των ενισχύει την άποψη αυτή, προσθέτοντας ότι ο κίνδυνος της αυτοκτονίας και ο αυτοκτονικός ιδεασμός προκύπτει κυρίως λόγω κατάθλιψης των θυμάτων.
Ανάλογες είναι και οι αναφορές του Muller ότι στη Γαλλία αρκετές καταγεγραμμένες περιπτώσεις αυτοκτονίας σχετίζονται με το bullying και του Roland όπου κάνει λόγο για μία έρευνα που έγινε στη Σουηδία και στην Ιταλία και η οποία έδειξε ότι εμπειρίες παρενόχλησης στο χώρο εργασίας κάποιες φορές ήταν συνυφασμένες με σκέψεις αυτοκτονίας. Ο Soares σε έρευνα του 2002 διαπίστωσε ότι 45,5 % των ατόμων που βίωναν την παρενόχληση το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα παρουσίαζαν σοβαρή κατάθλιψη και έχρηζαν ιατρικής βοήθειας, ενώ εκείνοι που το είχαν βιώσει παλαιότερα εμφάνιζαν κατάθλιψη σε ποσοστό 37%. Μάλιστα ένα 40% αυτών των εργαζομένων έκανε λόγο και για σκέψεις αυτοκτονίας. Τα ευρήματα αυτής της έρευνας θυμίζουν την άποψη των Davendort et al. μιας και από ότι φαίνεται ακόμα κι όταν ο εργαζόμενος έχει φύγει από την εργασία του μπορεί να εμφανίζει ψυχολογικές συνέπειες. Οι Niedhammer et al. εντάσσουν το mobbing στους σημαντικούς παράγοντες καταθλιπτικής συμπτωματολογίας σε άνδρες και σε γυναίκες, οι Pampili et al. αναφέρουν ότι το bullying αυξάνει το ρίσκο αυτοκτονίας ακόμη και σε άνδρες και γυναίκες προσθέτοντας ότι δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει προηγούμενο ψυχιατρικό ιστορικό, ενώ οι Morah et al. εντοπίζουν θετική σχέση μεταξύ του mobbing και προβλημάτων υγείας συμπεριλαμβανομένου και των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Όσον αφορά την εκδήλωση Μείζονος Καταθλιπτικού Επεισοδίου και τη σύνδεση του με τον εργασιακό εκφοβισμό υπάρχουν μόνο δύο επιδημιολογικές μελέτες. Η πρώτη είναι των Kivimaki, Virtanen, Vartia , Elovainio , Vahtera & Keltikangas-Jarvinen η οποία υποστηρίζει πως περιστατικά παρενόχλησης πυροδότησαν την εκδήλωση κατάθλιψης σε εργαζόμενους Φιλανδικού νοσοκομείου, ενώ στη δεύτερη οι Rugulies, Madsen, Hjarsbech, Hogh, Borg, Carneiro & Aust συσχετίζουν την εκδήλωση Μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου με τον εργασιακό εκφοβισμό έπειτα από μελέτη που έκαναν στη Δανία σε εργαζόμενες στο χώρο φύλαξης ηλικιωμένων.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
- Αντωνίου, Α.-Στ. Θέματα Ηθικής Παρενόχλησης στο χώρο εργασίας. Στο Ηθική των επιχειρήσεων. Business Ethics.2008. Αθήνα: Σακκουλά
- Daliana, N., & Antoniou, A.-S. (2018). Depression and suicidality as results of workplace bullying. Dialogues in Clinical Neuroscience & Mental Health, 1, 50-56
- Davenport, N., Schwartz, R., & Elliott, G. P. Mobbing: Emotional abuse in the workplace. Ames, IA: Civil Society Publishing.1999.