χέρια μαθήτριας πάνω σε φύλλο αξιολόγησης

Πώς θα γίνεται η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών – Το θεσμικό πλαίσιο – Πεδία, κριτήρια και κατηγοριοποίηση

από τον Γιώργο Καββαδία*

Το έργο των εκπαιδευτικών θα αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα: εξαιρετικό, πολύ καλό, ικανοποιητικό, μη ικανοποιητικό.

«Η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, με στόχο την αναγνώριση του έργου τους και τη βελτίωση τυχόν αδυναμιών, ακολουθεί άμεσα. Είναι αίτημα της κοινωνίας, είναι προς όφελος της εκπαιδευτικής μας κοινότητας συνολικά». (Νίκη Κεραμέως, υπουργός Παιδείας «Η Καθημερινή», 2–3–2022)

Οι εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης αξιολογούνται ως εξής:

α) Οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.

β) Οι εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.

Πεδία και κριτήρια αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών

Το έργο των εκπαιδευτικών αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα, στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από εξαιρετικό, σε πολύ καλό, σε ικανοποιητικό ή σε μη ικανοποιητικό, ως προς δύο (2) πεδία
Α) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, το οποίο εξειδικεύεται σε Α1) γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και Α2) παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης και
Β) υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια του εκπαιδευτικού.

Όσον αφορά στο πεδίο Α1, το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου, αξιολογείται τεκμηριωμένα από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), με βάση τα εξής κριτήρια:

α) Προετοιμασία διδασκαλίας: αα) αξιολογούνται ο σχεδιασμός του μαθήματος, η προετοιμασία εκπαιδευτικού υλικού ή δραστηριοτήτων, η σαφήνεια των διδακτικών στόχων, η επιλογή και η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων, η εφαρμογή πρακτικών διαφοροποιημένης μάθησης και εν γένει σύγχρονων τεχνικών διδασκαλίας σε εναρμόνιση με τα προγράμματα σπουδών, τις συνθήκες της τάξης, τις γνωστικές και τις άλλες ανάγκες των μαθητών, η αξιοποίηση και των ψηφιακών μέσων και η γενικότερη μεθοδολογία της διδασκαλίας και αβ) για τους εκπαιδευτικούς των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής, τμημάτων ένταξης και παράλληλης στήριξης, αξιολογούνται επιπλέον η εξειδίκευση των βασικών αξόνων του Εξατομικευμένου Προγράμματος Εκπαίδευσης (Ε.Π.Ε.), κατόπιν κατάλληλης διερεύνησης και αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ή άλλων αναγκών των μαθητών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, η κατάρτιση κατάλληλα προσαρμοσμένων εξατομικευμένων ή ομαδικών προγραμμάτων εκπαιδευτικής υποστήριξης των μαθητών, η αποτίμηση και επαναξιολόγηση αυτών, καθώς και η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης των μαθητών.

β) Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό αντικείμενο: Αξιολογούνται η επιστημονική εγκυρότητα της διδασκαλίας, ο βαθμός επικαιροποίησης της γνώσης και ο επιτυχής μετασχηματισμός του γνωστικού αντικειμένου σε σχολική γνώση.

γ) Διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές: Ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, τη βαθμίδα εκ- παίδευσης και το γνωστικό αντικείμενο, αξιολογούνται η χρήση συμμετοχικών διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η διαχείριση του χρόνου, η ενεργητική και ισότιμη συμμετοχή όλων των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η σύνδεση του μαθήματος με την προϋπάρχουσα γνώση των μαθητών, η οργάνωση της εργασίας των μαθητών, η κατάλληλη αξιοποίηση εποπτικών μέσων και των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), η αντιμετώπιση λειτουργικών και οργανωτικών ζητημάτων και δυσκολιών, η επικοινωνιακή ικανότητα, η ενθάρρυνση για ομαδοσυνεργατικές δράσεις, ο ρυθμός του μαθήματος, η ακρίβεια και σαφήνεια των οδηγιών. Επιπλέον, αξιολογούνται η χρήση διαφοροποιημένων διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η ανάπτυξη συνεργατικών και διεπιστημονικών πρακτικών για τον σχεδιασμό του περιεχομένου των διδακτικών δραστηριοτήτων, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις μαθησιακές δυνατότητες και την ηλικία των μαθητών, η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης και η ανατροφοδότηση των μαθητών.

δ) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογούνται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων, η επίδρασή του στη στάση των μαθητών απέναντι στη μάθηση, οι ευκαιρίες για εποικοδομητικό διάλογο, η ενεργητική συμμετοχή των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η αποδοχή της διαφορετικότητας, η σχέση των μαθητών με τον εκπαιδευτικό, τους συμμαθητές τους και τα λοιπά μέλη της σχολικής κοινότητας.

ε) Αναστοχασμός της διδασκαλίας – Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού ως προς τη διδασκαλία και το παιδαγωγικό έργο του, κριτικής επανεξέτασης των πρακτικών του, εντοπισμού των προβληματικών σημείων της διδασκαλίας του και εξεύρεσης λύσεων για την αντιμετώπισή τους.

Όσον αφορά στο πεδίο Α2, το παιδαγωγικό κλίμα και η διαχείριση της τάξης αξιολογούνται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας, με βάση τα εξής κριτήρια:

α) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογείται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών στην εμπλοκή τους στη μαθησιακή διαδικασία, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων και στην αποδοχή της διαφορετικότητας.

β) Αναστοχασμός – Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού, ως προς τη διαχείριση του παιδαγωγικού κλίματος της τάξης, την κριτική επανεξέταση των πρακτικών του, τον εντοπισμό των προβληματικών σημείων στη διαχείριση του κλίματος και την υιοθέτηση σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων για την αντιμετώπισή τους.

Κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών – Κατακερματισμός της προσωπικότητας

Η πραγματικότητα για τα αποτελέσματα και τους στόχους της αξιολόγησης

Κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς σε «μη ικανοποιητικούς» «ικανοποιητικούς», «πολύ καλούς», «εξαιρετικούς» προκαλώντας ανταγωνισμούς και συγκρούσεις εθίζοντας στη δουλοπρέπεια, την αυλοκολακεία και διαμορφώνοντας κλίμα υποταγής, αυστηρής πειθάρχησης και ελέγχου. Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγση ανατρέπει εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις. Είναι δηλαδή ο κεντρικός μηχανισμός για την υπονόμευση της μονιμότητας, την τρομοκράτηση και τις μαζικές απολύσεις.  Στρατηγικός στόχος να οικοδομήσουν ένα πανοπτικό μοντέλο αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης που όλοι ελέγχουν όλους μέσα από άκρως ιεραρχικές και εξουσιαστικές σχέσεις. Επιδιώκει να μετατρέψει τους εκπαιδευτικούς σε «άβουλους και μοιραίους», «yes men», υπαλλήλους που πάσχοντας από μόνιμη οσφυοκαμψία ευθυγραμμίζονται με την εκπαιδευτική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης και την επίσημη κρατική διδακτική.

Με την αξιολόγηση κατακερματίζεται τόσο η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού, όσο και η εκπαιδευτική διαδικασία. Και ακόμα χειρότερα επιχειρείται η ποσοτικοποίηση και μέτρηση χαρακτηριστικών της ανθρώπινης προσωπικότητας και στοιχείων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Επιδιώκεται να επικυρωθούν ως αντικειμενικά μετρήσιμα στοιχεία της προσωπικότητας και νοητικές λειτουργίες των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι διαπροσωπικές σχέσεις, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. Σε συνθήκες «αξιολογικής δικτατορίας» το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο των εκπαιδευτικών μετατρέπεται σε ένα στεγνό διοικητικό μηχανισμό, συμπλήρωσης αριθμών και φορμών.

Δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά»

1. Μηχανισμός ιδεολογικής χειραγώγησης και συμμόρφωσης
Πέρα από τους μύθους της εξουσίας, η αλήθεια είναι ότι η επιστημονική συγκρότηση, η παιδαγωγική κατάρτιση και η διδακτική ικανότητα δεν είναι ποσοτικά μεγέθη που μπορούν να μετρηθούν. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά». H εκπαιδευτική διαδικασία και ο εκπαιδευτικός δεν μπορούν να διασπαστούν σε επιμέρους αξιολογούμενα στοιχεία και να μετρηθούν μέσα από 2 – 3 επισκέψεις του σύμβουλου Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης στην τάξη. H εκπαιδευτική διαδικασία έχει χαρακτήρα δυναμικό και όχι στατικό, επηρεάζεται από πλείστους όσους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς παράγοντες και άρα δεν μπορεί να διασπαστεί και να μετρηθεί.
Με άλλα λόγια, μέσα από τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες ελέγχου των εκπαιδευτικών υλοποιείται μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή και μια αντίληψη για την ιδεολογική χειραγώγηση του εκπαιδευτικού, με την επιβολή μιας κρατικής διδακτικής. Άλλωστε, μην ξεχνάμε, ότι σύμφωνα με τα νεότερα επιστημονικά πορίσματα γίνεται ευρύτερα αποδεκτή η αλήθεια: «Δεν υπάρχει κώδικας διδασκαλίας που να μπορεί να εφαρμοστεί παντού με τα ίδια αποτελέσματα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί επιστημονικά ποια διδασκαλία αποδίδει περισσότερο».
Όταν όλη τη χρονιά η εκπαιδευτική διαδικασία υποτάσσεται στις εξεταστικές ανάγκες, τότε εύκολα και ανεπαίσθητα μεταλλάσσεται η μαθησιακή διαδικασία σε μεθοδολογική εκγύμναση, καθώς επιβάλλεται κατά κύριο λόγο ο φορμαλισμός και η σχηματοποίηση, όχι μόνο στις πρακτικές αξιολόγησης, αλλά και στο ίδιο το διδακτικό έργο.
Άλλωστε η μέτρηση των ανθρώπινων διανοητικών λειτουργιών γίνεται με βάση τις αρχές και τους στόχους του σχολείου της αγοράς. Είναι προϊόν μιας τεχνοκρατικής και ακραίας οικονομίστικης αντίληψης για την εκπαίδευση. Οι επιδόσεις των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων χρησιμοποιούνται ως μονάδες μέτρησης της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας, ως δείκτες προαγωγιμότητας και ανταγωνιστικότητας. Μια τέτοια θεώρηση απορρέει από τη γενικότερη αντίληψη περί εμπορευματοποίησης των πάντων στα πλαίσια της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπου όλα εμπορευματοποιούνται και κάθε εμπόρευμα έχει και την τιμή του.
Η ευκαμψία της μέσης και το τρίπτυχο συμμόρφωση – υποταγή – πειθάρχηση συνθέτουν τη συνταγή της επιτυχίας. Υπηρεσιακή συνέπεια σε ένα ιεραρχικά δομημένο εκπαιδευτικό σύστημα μεταφράζεται σε υποταγή προς τους «ανώτερους» και βέβαια αποτρέπει την ανάληψη πρωτοβουλιών που είναι πέρα από τον ορίζοντα μιας κακώς εννοούμενης δημοσιοϋπαλληλίστικης νοοτροπίας και της κυρίαρχης νοοτροπίας.

Οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών

Η αξιολόγηση προβάλλει το εκπαιδευτικό έργο ως προσωπική υπόθεση των εκπαιδευτικών. Επιδιώκει έτσι να τους ενοχοποιήσει στα μάτια των μαθητών τους και της κοινής γνώμης για την κρίση της εκπαίδευσης. Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους επιδιώκοντας να συνδέσει τις επιδόσεις των μαθητών με βάση και την τράπεζα θεμάτων με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών «Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού.
Η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει συγκεκριμένα τα εξής: «Συνεχής αξιολόγηση με βάση κριτήρια όπως οι επιδόσεις των μαθητών, το ποσοστό εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, οι ειδικές προκλήσεις κάθε σχολείου. Σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων και σύγκριση μεταξύ των σχολείων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών».

Αντίσταση στον ασφυκτικό έλεγχο του νέο-επιθεωρητισμού και στην αξιολόγηση

Οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού, όπως διανθίζεται με τα μέτρα και τους δείκτες σύμφωνα με τα πρότυπα της «ελεύθερης αγοράς». Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός).

Έχουν χρέος να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός μορφωτικού κοινωνικού κινήματος που θα διεκδικεί έναν «άλλο» ρόλο για τον εκπαιδευτικό και την εκπαίδευση. Για ένα σχολείο της ολόπλευρης γνώσης και μόρφωσης και όχι των δεξιοτήτων και της προετοιμασίας του φθηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού. Ένα σχολείο που ο εκπαιδευτικός θα εκπληρώνει το ρόλο του ως παιδαγωγός και όχι ως ιμάντας μεταφοράς πληροφοριών και καταγραφέας επιδόσεων.

* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος στο 3ο ΓΕΛ Κερατσινίου, μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» του Εκπαιδευτικού Ομίλου

Πηγή: www.alfavita.gr

Σχετικά με τον συντάκτη

Η μοναδική, πλήρως προσβάσιμη για κάθε χρήστη, διαδραστική, κοινωνική πύλη ενημέρωσης στην Ελλάδα!

Αφήστε σχόλιο

ΧΟΡΗΓΟΙ

Επιστροφή στην κορυφή