Ο Ιταλός πολιτικός, ιδρυτής και ηγέτης του Φασιστικού Κόμματος Benito Amilcare Andrea Mussolini, κυβέρνησε την Ιταλία από το 1922 έως το 1943, επιβάλλοντας ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, που επιδίωξε να εφαρμόσει στην πράξη τις φασιστικές του ιδέες.
Γνωστός και ως Ντούτσε (Il Duce = αρχηγός, ηγέτης), υπήρξε ο πρώτος χρονολογικά από τους φασίστες δικτάτορες της Ευρώπης κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 1883 στην κωμόπολη Βαρνάνο ντέι Κόστα κοντά στο Πρεντάπιο, ένα χωριό της βορειοανατολικής Ιταλίας, όπου διέμενε η οικογένειά του, στην περιφέρεια του Φορλί της επαρχίας Εμίλια-Ρομάνα. Ο πατέρας του, ήταν σιδηρουργός και ανήκε στον σοσιαλιστικό συνδικαλιστικό χώρο. Η μητέρα του, Ρόζα Μαλτόνι, ήταν δασκάλα. Έλαβε το όνομα Μπενίτο (υποκοριστικό του ονόματος Βενέδικτος), λόγω του θαυμασμού του πατέρα του προς τον σοσιαλιστή πρόεδρο του Μεξικού Μπενίτο Χουάρες.
Είχε βίαιο χαρακτήρα από παιδί, είχε αποβληθεί αρκετές φορές για βιαιοπραγία αλλά υπήρξε καλός μαθητής και στα 1901 έλαβε το δίπλωμα του δημοδιδάσκαλου από το διδασκαλείο του Φορλιμπόπολι. Τον ίδιο χρόνο διορίσθηκε δάσκαλος στο Γκουαλτιέρι, σε ηλικία μόλις 18 ετών. Γρήγορα αισθάνθηκε αποστροφή για τον μονότονο χαρακτήρα του επαγγέλματός του και παραιτήθηκε.
Πήγε στην Ελβετία, μόνο και μόνο για να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία, προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα γαλλικής φιλολογίας στη Γενεύη, τη Λωζάνη, και τη Βέρνη, εργαζόμενος στην αρχή ως κτίστης και οργανώνοντας απεργίες Ιταλών μεταναστών συναδέλφων του. Συνελήφθη για «αλητεία και αναρχική δράση» και απελάθηκε το 1904. Έτσι, αναγκάστηκε να κάνει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις στην Ιταλία, ξαναπήγε στην Ελβετία αλλά σύντομα διώχτηκε και χαρακτηρίστηκε ανεπιθύμητος από όλα τα καντόνια της χώρας.
Η ζωή του υπήρξε ιδιαίτερα περιπετειώδης και αφού, κυνηγημένος από τις αρχές, κατέφυγε το 1908 στην υπό αυστριακή κατοχή περιοχή του Τιρόλου και εξέδωσε μια τοπική σοσιαλιστική εφημερίδα. Το 1919 ίδρυσε το κόμμα Fasci di Combattimento (Σύνδεσμοι Αγώνα), δεν μπήκε στο κοινοβούλιο αλλά η ομάδα του, κατά τη διάρκεια του μεγάλου απεργιακού κύματος του 1920 – 1921, έδρασε εναντίον των εργατών. Έτσι κερδίζει τη συμπάθεια και τη στήριξη των βιομηχάνων και το 1921 συμμετέσχε στις εκλογές, «έβγαλε» 37 βουλευτικές έδρες και μετονόμασε το κόμμα του σε Partito Nazionale Fascista PNF (Εθνικό Φασιστικό Κόμμα).
◊ 1922
Οι φασιστικές ομάδες Μελανοχιτώνων, που είχε οργανώσει, δρούσαν τρομοκρατικά σε όλη τη χώρα. Στις 3 και 4 Οκτωβρίου του 1922 εισβάλλουν στις πόλεις της Γένοβας, του Λιβόρνο και της Ανκόνα και εγκαθιδρύουν τοπικές φασιστικές διοικήσεις. Στις 28 Οκτωβρίου ο Μουσολίνι οργανώνει την Πορεία προς τη Ρώμη και στις 31 Οκτωβρίου χιλιάδες Μελανοχίτωνες, μέλη των Φασιστικών Φαλάγγων, μπήκαν στη Ρώμη και παρατάχτηκαν απέναντι από την αστυνομία και τους Κυανοχίτωνες του βασιλικού στρατού. Ο Βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ΄ αδυνατώντας να ελέγξει την κατάσταση και με την απειλή του εμφυλίου να επικρέμαται πάνω από τη χώρα, παρέδωσε την εξουσία στον Μουσολίνι, ορίζοντάς τον πρωθυπουργό.
◊ 1941
Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Καθώς πλησίαζε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ο Μουσολίνι εξήγγειλε την πρόθεσή του για προσάρτηση της Μάλτας, της Κορσικής και της Τυνησίας. Τον Απρίλιο του 1939, μετά από έναν σύντομο πόλεμο, κατέλαβε την Αλβανία. Προσεταιρίστηκε τον Χίτλερ, διέταξε την επίθεση εναντίον της Ελλάδας χωρίς την σύμφωνη γνώμη του Επιτελείου του, οι επιτελείς του με δυσκολία κέρδισαν ένα μήνα παράταση και τελικά , η επίθεσή του στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940 αποκάλυψε τη γύμνια της πολεμικής του μηχανής, η οποία, είχε πολλά οργανωτικά και ανεφοδιαστικά κενά. Οι δυνάμεις του υπέστησαν πανωλεθρία και εξωθήθηκαν στην αλβανική ενδοχώρα. Από αυτή του την ενέργεια απώλεσε το 1/3 της Αλβανίας και μόνο η επέμβαση των γερμανικών στρατευμάτων κατάφερε να κάμψει τις ελληνικές δυνάμεις τον Απρίλιο του 1941.
Η σύλληψη και η εκτέλεση
Μετά από αυτό δεν είχε άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσει τον Χίτλερ στην κήρυξη του πολέμου κατά της Σοβιετικής Ένωσης τον Ιούνιο του 1941 και των Ηνωμένων Πολιτειών το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Στις 24 Ιουλίου 1943 το Μεγάλο Φασιστικό Συμβούλιο ψήφισε τη μεταβίβαση της εκτελεστικής εξουσίας στον Βασιλιά Βιττόριο Εμμανουέλε ΙΙΙ ο οποίος κάλεσε τον Μουσολίνι στα Ανάκτορα και του αφαίρεσε κάθε εξουσία. Ο Μουσολίνι συνελήφθη και εξορίστηκε στα Αβρούζια Όρη της κεντρικής Ιταλίας, σε πλήρη απομόνωση.
Στις 27 Απριλίου 1945, λίγο πριν την είσοδο των συμμαχικών στρατευμάτων στο Μιλάνο, κι ενώ ο Μουσολίνι κατευθυνόταν στην πόλη Κιαβέννα μαζί με την ερωμένη του Κλαρέττα Πετάτσι με σκοπό τη διαφυγή τους στην Ελβετία, συνελήφθη από Ιταλούς παρτιζάνους. Την επόμενη μέρα δικάστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκαν, πρώτα η Πετάτσι και μετά ο Μουσολίνι με πυροβολισμούς. Τα πτώματά τους μεταφέρθηκαν και κρεμάστηκαν στην Πιατσάλε Λορέτο του Μιλάνου.