Η «μούσα» του Μάνου Χατζιδάκι
Η Φλέρυ Νταντωνάκη ήταν από τις σημαντικότερες μορφές του Ελληνικού «ποιοτικού» τραγουδιού, η «μούσα» του Μάνου Χατζιδάκι που ενώ ουδέποτε στην καριέρα της έκανε υποχωρήσεις όσον αφορά το ύφος και τον χαρακτήρα των τραγουδιών που έλεγε, έγινε αποδεκτή και χωρίς να γίνει αυτό που λέμε «διάσημη», απέκτησε χιλιάδες φίλους, υποστηρικτές και «οπαδούς» της τέχνης της με έναν και μόνο δίσκο: Τον «Μεγάλο Ερωτικό», με μελοποιήσεις του Χατζιδάκι πάνω σε αρχαία και νέα ελληνική ποίηση με θέμα τον έρωτα. Πρόκειται για μια ιστορική ηχογράφηση 11 ποιημάτων μελοποιημένων από τον Μάνο Χατζιδάκι και ερμηνευμένα από την Φλέρυ Νταντωνάκη και τον Δημήτρη Ψαριανό στην πρώτη δισκογραφική εμφάνισή του.
Και είναι ιστορικός αυτός ο δίσκος, γιατί κυκλοφόρησε το 1972 περίπου «στα κρυφά», γιατί η Φλέρυ ήταν από τις πιο δραστηριοποιημένες «αντιχουντικές» καλλιτέχνιδες και είχε τοποθετηθεί από την αρχή δημοσίως στην αμερικανική τηλεόραση ενάντια στη χούντα, κατηγορώντας την αμερικανική κυβέρνηση για τον ρόλο της. Η Φλέρυ Νταντωνάκη , μετά την ενηλικίωσή της πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου σπούδασε ιστορία και φιλολογία ενώ σύντομα ξεκίνησε καριέρα ηθοποιού, συμμετέχοντας σε παραστάσεις στη Νέα Υόρκη. Η ενασχόλησή της με το τραγούδι ξεκίνησε μέσα από τυχαίες ευκαιρίες, στις οποίες τραγουδούσε δημοτικά τραγούδια για τους φίλους της. Σταδιακά άρχισε να εμφανίζεται σε μουσικές σκηνές, με ένα ευρύ ρεπερτόριο που περιλάμβανε λαϊκή μουσική της Ελλάδας, της Ισπανίας, αλλά ακόμη και της Βραζιλίας. Το 1965 κυκλοφόρησε ο πρώτος της δίσκος με τίτλο «Φλέρυ, τα νησιά της Ελλάδας», που περιλάμβανε ένα ετερόκλητο ρεπερτόριο από λαϊκά άσματα του Απόστολου Καλδάρα, βραζιλιάνικες μπόσα νόβα και τρία κομμάτια του Μίκη Θεοδωράκη.
Μετά το 1967 έδειξε την υποστήριξή της στον Ανδρέα Παπανδρέου τραγουδώντας σε συγκεντρώσεις του, ενώ γνωρίστηκε με τη Μελίνα Μερκούρη, την οποία μάλιστα αντικατέστησε σε μια από τις παραστάσεις του «Ilya darling» του Ζυλ Ντασέν στη Νέα Υόρκη. Το 1970 γνωρίστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος ακούγοντας τη φωνή της εντυπωσιάστηκε· ηχογράφησαν στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη μια σειρά από κλασικά ρεμπέτικα των Τσιτσάνη, Μάρκου Βαμβακάρη κ.ά. Πολλά χρόνια αργότερα, η ηχογράφηση αυτή κυκλοφόρησε ως δίσκος με τίτλο «Η Φλέρυ Νταντωνάκη στα «Λειτουργικά» του Μάνου Χατζιδάκι».
Ο «Μεγάλος Ερωτικός»
Με αυτή τη μουσική δραστηριότητα, ήταν λογικό να μην γίνει γνωστή εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα. Ο «Μεγάλος Ερωτικός» ήταν στην ουσία η γνωριμία της με το ελληνικό κοινό. Απέκτησε χιλιάδες θαυμαστές και επέστρεψε στο στούντιο με τον Χατζιδάκι για την ηχογράφηση του Καπετάν-Μιχάλη, ενώ συμμετείχε και στον δίσκο «Δώδεκα τραγούδια» του Γιώργου Ποταμιάνου, του Έλληνα εφοπλιστή, με τον οποίο τη συνέδεε μεγάλη φιλία.
Η συνέχεια δεν ήταν η αναμενόμενη. Κλειστή σαν χαρακτήρας, τραγουδούσε μόνο σε μικρές μουσικές σκηνές. Όταν πείσθηκε, το 1985, από την Δήμητρα Γαλάνη να εμφανιστεί σε μια συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά —μια από τις τελευταίες της εμφανίσεις—, τρομαγμένη από την κοσμοσυρροή, εγκατέλειψε το πάλκο. Την έψαξαν, την βρήκαν κάπου «κρυμμένη», επέστρεψε στη σκηνή για να αποθεωθεί για την ερμηνεία της. Η τελευταία της δισκογραφική εμφάνιση ήταν το 1986, όταν τραγούδησε το «Τραγούδι της νύχτας» στον δίσκο Τσιμεντένια Τρένα του συγκροτήματος «Τερμίτες».
Έκτοτε αποσύρθηκε από τα φώτα της δημοσιότητας. Δεν ήθελε να δει κανέναν. Επέλεξε να μείνει απομονωμένη με τη μητέρα της και την κόρη της Ζωή, ενώ μάταια αρκετοί καλλιτέχνες την προσέγγιζαν, με σκοπό την επανεμφάνισή της. Αποξενωμένη, με την ψυχική της υγεία διαταραγμένη, προσβλήθηκε και από καρκίνο. Πέθανε στις 18 Ιουλίου του 1998, σε μια κλίνη του νοσοκομείου Μεταξά, καταρρακωμένη και σε πλήρη σύγχυση. Το μνήμα της βρίσκεται στο κοιμητήριο της Παιανίας, πλάι σ’ αυτό του Μάνου Χατζιδάκι.
Οι ερμηνείες της στον «Μεγάλο Ερωτικό» έχουν μείνει στην ιστορία της δισκογραφίας:
• Ποιος είν’ τρελός από έρωτα
• Πέρα Στο θολό ποτάμι
• Σ’ αγαπώ
• Πάθη από τον έρωτα.