Έγχρωμη πολύ κοντινή φωτογραφία του Λάμπρου Κωνσταντάρα να κρατάει με το ένα χέρι το καπέλο του και με το άλλο χέρι το τσιγάρο.

Λάμπρος Κωνσταντάρας

Κάποια στιγμή, μέσα στις επόμενες ημέρες, όταν θα βλέπετε σε κάποιο τηλεοπτικό κανάλι μια ταινία με το Λάμπρο Κωνσταντάρα και θα διασκεδάζετε και πιθανώς θα λέτε ή θα σκέφτεστε «τι κρίμα που αυτός ο άνθρωπος δεν ζει πλέον», σκεφτείτε ότι ΑΝ ζούσε σήμερα ο πατέρας μου θα ήταν 109 ετών.

Πέθανε το 1985, σε ηλικία 72 ετών ύστερα από ταλαιπωρία πέντε ετών και αν δεν είχε ζάχαρο και λόγω αυτού δεν είχε πάθει δυο εγκεφαλικά επεισόδια, θα μπορούσε να είχε ζήσει μέχρι και δέκα χρόνια περισσότερα. Θα είχε γυρίσει τουλάχιστον μια ακόμη ταινία ( που του είχαν προτείνει το 1980) και θα είχε παίξει στο θέατρο τον «Αρχοντοχωριάτη» του Μολιέρου (σε μια διασκευή που επίσης του είχαν προτείνει το 1978).

Γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου του 1913, στην Αθήνα, μεγάλωσε στην οδό Πλουτάρχου 13 ( γι αυτό και ήταν προληπτικός απέναντι στον αριθμό 13), υπήρξε ποδοσφαιριστής στην ΑΕΚ, είχε καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη και ρίζες από την Σινώπη του Πόντου, έπαιξε σε 191 θεατρικά έργα και σε 80 κινηματογραφικές ταινίες, πρόλαβε την ακμή των σήριαλ στην τηλεόραση πρωταγωνιστώντας στην αλησμόνητη κωμωδία «Εκείνες κι εγώ» και κέρδισε το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968 για την ταινία «Ο μπλοφατζής».

Παντρεύτηκε δυο φορές , έκανε με την πρώτη του γυναίκα Γιούλη Γεωργοπούλου ένα γιό (εμένα) και χάρηκε δυο εγγόνια, τα παιδιά μου Παυλίνα και Λάμπρο τζούνιορ. Η αδελφή του Δήμητρα ( Μήτση) Κωνσταντάρα ήταν επίσης γνωστή και επιτυχημένη ηθοποιός.

Η γνωριμία με το Σκηνοθέτη Λουί Ζουβέ

Το 1930 κατατάχθηκε, μετά από επιμονή της οικογένειάς του στη Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού στην Κέρκυρα, από όπου τελικά «δραπέτευσε» κολυμπώντας και γλύτωσε το Ναυτοδικείο ύστερα από ενέργειες της οικογένειάς του. Το 1934 τον έστειλαν -σχεδόν με το ζόρι- στο Παρίσι προκειμένου να σπουδάσει χρυσοχόος, με σκοπό να αναλάβει στη συνέχεια το οικογενειακό χρυσοχοείο στο κέντρο της Αθήνας. Εγκατέλειψε σταδιακά τις σπουδές του κι έκανε διάφορες δουλειές, ώσπου τον ανακάλυψε ο Γάλλος σκηνοθέτης Λουί Ζουβέ να παίζει ως κομπάρσος σε θεατρική παράσταση, τον πήρε στη Δραματική Σχολή του, που λειτουργούσε στο παρισινό θέατρο “Ατενέ” την οποία ο Κωνσταντάρας τελείωσε αριστούχος και ο Ζουβέ τον προώθησε. Το καλοκαίρι του 1938 ο Κωνσταντάρας επέστρεψε στην Ελλάδα, ξεκινώντας πλέον καριέρα ηθοποιού.

Φανατικός οπαδός του ποδοσφαίρου και της ΑΕΚ, διαφωνούσε μαζί μου που υποστήριζα τον Ολυμπιακό αλλά επί πολλά χρόνια , πηγαίναμε στο γήπεδο μαζί, με τη συμφωνία να μην βλέπουμε ποτέ μαζί αγώνες των δυο ομάδων και να βλέπουμε εναλλάξ αγώνες των ομάδων μας μόνο στην έδρα τους.

Έχει ταφεί στον οικογενειακό τάφο, στο Πρώτο Νεκροταφείο της Αθήνας. Για να τον τιμήσω, έγραψα το 1996 το βιβλίο «Λάμπρος Κωνσταντάρας – Μέσα από τα δικά μου μάτια».

Από τους θεατρικούς κριτικούς, καλύτερος ρόλος στη θεατρική του καριέρα έχει χαρακτηριστεί ο ρόλος του στο έργο «Το τέλος του ταξιδιού» του Ρόμπερτ Σέριφ, με τον Μάνο Κατράκη.(1955-56) έστω και αν η δημιουργία του ως Υπουργού Μαυρογιαλούρου στο «Υπάρχει και Φιλότιμο» του Αλέκου Σακελάριου ( 1964-65) άφησε εποχή, ίσως και λόγω της μεταφοράς του έργου στον κινηματογράφο.

Διαβάστε επίσης:

Ένα email στον Παράδεισο

Σχετικά με τον συντάκτη

Φιλόλογος, Δημοσιογράφος, Συγγραφέας, Πρώην βουλευτής

Αφήστε σχόλιο

ΧΟΡΗΓΟΙ

Επιστροφή στην κορυφή