Σε μια στιγμή που όλα στην πολιτική ζωή της Ελλάδος κρέμονταν από μια κλωστή, 9 χρόνια μετά την εκλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή από το κοινοβούλιο ως Προέδρου της Δημοκρατίας, τέσσερα χρόνια μετά την πρόωρη παραίτησή του το 1985 όταν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε ότι το κόμμα του δε θα υποστήριζε την επανεκλογή του, αλλά θα πρότεινε τον Χρήστο Σαρτζετάκη για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ο Καραμανλής επέκρινε τη στάση αυτή του Παπανδρέου, αλλά η κυβέρνηση απαγόρευσε τη μετάδοση της δήλωσής του από την κρατική τηλεόραση, η χώρα περνούσε τεράστια πολιτική κρίση. Στις 11 Ιανουαρίου τού 1989, με το σκάνδαλο Κοσκωτά σε πλήρη εξέλιξη και πλήθος πολιτικών διαφωνιών, είχε πει την περίφημη φράση: «η χώρα μετεβλήθη σε ένα απέραντο φρενοκομείο». Και πράγματι, έτσι ήταν.
Ακολούθησαν οι εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989 που διεξήχθησαν από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και έφεραν στην πρώτη θέση το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αλλά χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου αποφάσισαν τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
«Νόμος Κουτσόγιωργα»
Οι εκλογές διεξήχθησαν με το νόμο 1847/1989 (παραλλαγή της απλής αναλογικής) που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση Παπανδρέου λίγους μήνες πριν. Ο νόμος αυτός αποκλήθηκε «νόμος Κουτσόγιωργα», αλλά στην πραγματικότητα προετοιμάστηκε από μια ομάδα πολιτικών επιστημόνων κοντά στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Οι βουλευτικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου 1989 ήταν οι δεύτερες που έγιναν τη χρονιά εκείνη. Διεξήχθησαν από υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον τότε πρόεδρο του Αρείου Πάγου Ιωάννη Γρίβα και έφεραν στην πρώτη θέση το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αλλά, και πάλι, χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν με ένα σύστημα παραλλαγής της απλής αναλογικής (εκλογικός νόμος 1847/1989) που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου την άνοιξη του 1989.
Κυβέρνηση Τζαννετάκη
Η Νέα Δημοκρατία ανέβασε το ποσοστό της χωρίς όμως και πάλι να μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, καθώς έλαβε 148 έδρες. Οι δεύτερες αυτές εκλογές μέσα στην ίδια χρονιά υπήρξαν αποτέλεσμα των πολιτικών εξελίξεων που είχαν δρομολογηθεί το καλοκαίρι του 1989, όταν, μετά το αδιέξοδο των εκλογών της 18ης Ιουνίου, η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου είχαν σχηματίσει, στις 2 Ιουλίου, κυβέρνηση συνεργασίας (κυβέρνηση Τζαννετάκη) με διακηρυγμένο στόχο την παραπομπή των υπευθύνων για την υπόθεση Κοσκωτά ενώπιον του κινδύνου παραγραφής. Η κυβέρνηση αυτή, αφού ολοκλήρωσε την διαδικασία των παραπομπών, παραιτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου, και την ίδια μέρα παρέδωσε την εξουσία στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Γρίβα.
Η περίοδος ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, από τον Ιούνιο μέχρι τον Νοέμβριο του 1989, υπήρξε εξαιρετικά πυκνή σε συνταρακτικά γεγονότα και ανατροπές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς (το 1989 θεωρείται το σημαντικότερο έτος στις μεταπολεμικές διεθνείς σχέσεις), καθώς ολόκληρη η παγκόσμια ψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων κατέρρεε, σε όλα τα επίπεδα.
Στην Ελλάδα, η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη στο Κολωνάκι στις 26 Σεπτεμβρίου και η απόπειρα δολοφονίας του ίδιου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην Μυτιλήνη την νύχτα της 21ης προς 22 Οκτωβρίου αποτέλεσαν το απόγειο της επιρροής των τρομοκρατικών οργανώσεων στην δημόσια ζωή.
Οικουμενική κυβέρνηση
Στις 23 Νοεμβρίου, συγκροτήθηκε οικουμενική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον καθηγητή Ξενοφώντα Ζολώτα, με στήριξη από την Νέα Δημοκρατία, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και το Συνασπισμό (στον οποίο μετείχε τότε και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας), δηλαδή περίπου από το 98% όσων είχαν ψηφίσει στις εκλογές.. Αλλά θα έρχονταν και νέες εκλογές: που στις 8 Απριλίου 1990 , μετά το τέλος της «οικουμενικής κυβέρνησης» Ζολώτα, έδωσαν μια οριακή αυτοδυναμία στη Ν.∆ με πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη.
Αυτή η κυβέρνηση, επανεξέλεξε Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Καραμανλή, που υπηρέτησε μέχρι το 1995.
Αποσύρθηκε από την πολιτική το 1995, σε ηλικία 88 ετών και πέθανε μετά από σύντομη ασθένεια το 1998, σε ηλικία 91 έτους. Όσα μεσολάβησαν από τις 11 Ιανουαρίου 1989 ως τις 8 Απριλίου 1990 δικαίωσαν απόλυτα τα όσα είχε πει περί «απέραντου φρενοκομείου» ο Καραμανλής.